Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012

Αποτυπώματα: Το χέρι

"Βρέθηκε ανθρώπινο χέρι στο πάρκο σήμερα το πρωί"
έγραφε το μήνυμα που έλαβε η Ρέα στο κινητό.Κοίταξε καλά στον καθρέπτη της και σκέφτηκε πως θα έπρεπε να αντιμετωπίσει μια ακόμη υπόθεση.Έβαλε βιαστικά ένα τζην και τα αθλητικά της και έτρεξε στην κουζίνα να πάρει τηλέφωνο τον Παύλο,τον διευθυντή της.Μα πριν καν αγγίξει το τηλέφωνο,αυτό χτύπησε δυνατά.Το σήκωσε.Ήταν η Άρτεμις,η συναδελφός της.Ήθελε να της πεί πως βρισκόταν ήδη στο πάρκο μαζί με τους υπόλοιπους:Τον Βασίλη,τον Διονύση και τον Παύλο.Η Ρέα έκλεισε το τηλέφωνο.Χτύπησε με δύναμη την πόρτα πίσω της και μπήκε αποφασισμένη στο αυτοκίνητό της.Δεν άργησε να φτάσει στο πάρκο και να βρεθεί αντιμέτωπη με το τοπίο της φρίκης:το ματωμένο χέρι."Μας ειδοποίησαν πριν 2 ώρες" της είπε ο Παύλος, "μια γυναίκα το είδε και τρόμαξε",συνέχισε.Η Ρέα τον κοίταξε απορημένη."Μα ποιος λογικός άνθρωπος έρχεται βόλτα στις 6 τα χαράματα;" τον ρώτησε. "Θα συμφωνήσω.Έχουμε τα στοιχεία της;" ρώτησε ο Βασίλης.Ο Παύλος τους κοίταξε καλά.Γύρισε το κεφάλι του στον Διονύση."Διονύση,ψάξε τα στοιχεία της,Βασίλη και Ρέα,ψάξτε για στοιχεία!" φώναξε και κατέβασε μια γουλιά καφέ.

Συνεχίζεται.. όταν βρεθεί κάποια πηγή έμπνευσης!


Αυτή την ιστορία την ανεβάζω για την Αφροδίτη που μου ζήτησε να την ανεβάσω:*

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2012

Το Αίμα στον τοίχο

"Το αίμα απλώθηκε αμέσως στον τοίχο,δεν μπορούσα να ακουμπήσω πουθενά.Ένιωθα σφάχτες μεχρι να επουλωθεί η πληγή.Μετά την επούλωση με πέταξε έξω απ'το σπίτι...ΝΑ ΜΗ ΤΟΛΜΗΣΕΙΣ ΝΑ ΞΑΝΑΓΥΡΙΣΕΙΣ!είπε και μου έκλεισε τη πόρτα.Πήρα τους δρόμους,και κατέληξα στο Σούνιο.Στεγάστηκα προσωρινά σε υπνόσακο..Μόλις ένιωσα καλύτερα,έφυγα απ'την Αθήνα.Κατέληξα στη Λάρισα,σε έναν ξαδερφό μου.Έμεινα εκεί λίγο καιρό μέχρι που στάθηκα στα πόδια μου και δήλωσα τη σχολή.Ποτέ δε μοιράστηκα αυτή τη φριχτή ιστορία" είπε ο Βασίλης τρομαγμένος.Έβαλε πάλι τη μπλούζα του βιαστικά και κοίταξε προς το μέρος της Ερμίνας."Ρε Βασίλη,εσύ,είχες ξαδέρφια,σε υποστήριξαν.Εγώ είχα μόνο μια αδερφή μικρότερη και εξαιτίας της κλείστηκα στο σπίτι για ένα χρόνο.Δε βγήκα να κυνηγήσω τίποτα μέχρι πέρσι.Πέρσι ήρθα απο την Κέρκυρα εδώ.Πέρσι κυνήγησα τα όνειρά μου και έφυγα απο τη δυστυχία." τον κοίταξε διστακτικά.Της έκανε νόημα να την αγκαλιάσει.Αυτή τον πλησίασε.Αγκαλιαζοντάς τη,της ψυθίρισε στο αυτί "Πάντα θα σε προσέχω,πάντα θα είμαι δίπλα σου Ερμίνα".Η Ερμίνα χαμογέλασε.Ήξερε πως ο Βασίλης το εννοούσε.Είχαν περάσει πολλά πριν απο αυτό που ζούσαν τώρα."Κάποια στιγμή,θα τα βρούνε σκούρα με τη δικαιοσύνη,και οι νεκροί,και οι ζωντανοί",του ψυθίρισε και τον αγκάλιασε σφιχτά.



Συνεχίζεται.

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Ψεύτικο Χαμόγελο

Η Ερμίνα χαμογέλασε στον Βασίλη,δείχνοντάς του οτι δεν συμβαίνει τίποτα.Αλλά ο Βασίλης είχε μια ανησυχία."Τι έχεις;" την ξαναρώτησε.Τον κοίταξε διστακτικά."Τίποτα δεν έχω" του απάντησε ξερά.
Την κοίταξε ανησυχητικά.Την άγγιξε απαλά,και την αγκάλιασε."Μη φοβάσαι,θα έχεις πάντα δίπλα σου εμένα" της είπε χαμογελώντας.Η Ερμίνα τον άφησε μόνο του για λίγο.Περπάτησε αργά τον διάδρομο που οδηγούσε στο χολ.Κατευθύνθηκε προς την βιβλιοθήκη της και πήρε βιαστικά ένα άλμπουμ.
Γυρίζοντας,είπε στον Βασίλη να κάτσει κάτω.Άνοιξε το άλμπουμ που κρατούσε στα χέρια της."Με βλέπεις?" τον ρώτησε."Έτσι μεγάλωσα,με αυτόν τον φόβο.Με τον φόβο πως κάποια μέρα θα μου καταστρέψει τη ζωή και θα με σκοτώσει.." συνέχισε τρομαγμένη.Ο Βασίλης την κοίταξε καλά."Ποιά είναι αυτή;" την ρώτησε.Τον κοίταξε ελαφρώς φοβισμένη νομίζοντας οτι την παρακολουθεί κάποιος.."Αυτή είμαι εγώ" του απάντησε."Και αυτή που με φωτογράφισε,η γυναίκα που μου γάμησε την ψυχολογία μέχρι να φύγω απ'το σπίτι" συνέχισε.Ο Βασίλης ανυπομονούσε να δει τι άλλο θα έλεγε."Ήθελα να το μοιραστώ μαζί σου..Πίστευα πως θα με ένιωθες..Τόσα χρόνια δεν άντεχα το ξύλο,τον εκβιασμό,την έλλειψη της στοιχειώδους  ελευθερίας.Κάθε φορά που δεν κατάφερνα κάτι μου έλεγε πως είμαι άχρηστη και πως ποτέ κανείς δεν θα βρεθεί για να ταιριάξει.Πως όλοι θα θέλουν το κάτι παραπάνω.Και εγώ την πίστευα,ναι,την πίστευα.Ώσπου μια μέρα το'σκασα.Έιδα επιτέλους τη ζωή.Γνώρισα κόσμο,έζησα,διάβασα,πέτυχα τους στόχους μου,μέχρι που μια μέρα έμαθα πως πέθανε.Σεβασμός δεν της άξιζε,γιατί αυτή δεν ήξερε καν τι σημαίνει.Απαιτούσε τον σεβασμό.Δεν ήθελα καν να την δω.Ήμουν δεκαέξι.Και λένε πως πέθανε απο κατάθλιψη.Μα δεν είχε κατάθλιψη,δεν είχε καν αισθήματα.Χτυπούσε ένα ανήμπορο κοριτσάκι απο τα 4 χρόνια του.Το έλεγε κακομαθημένο,του στερούσε την ελευθερία,την αγάπη,τα πάντα.Το άφηνε να ζει στην εξαθλίωση..Και κάποια στιγμή,μόλις τελειώσαν όλα αυτά γνώρισα εσένα." του είπε.Ο Βασίλης στάθηκε.Την κοίταξε."Έχω μια μαχαιριά στην πλάτη απ'τον καβγά με τον πατέρα μου,πριν φύγω απ'το σπίτι..Ήθελα και εγώ να κυνηγήσω τα όνειρά μου βλέπεις,και το πλήρωσα με τον χειρότερο τρόπο.Απο τότε κλείστηκα στον εαυτό μου και δεν μιλούσα σε κανέναν,μεχρι που βρέθηκες εσύ."
Ο Βασίλης έβγαλε την μπλούζα του..Ένα τεράστιο σημάδι απλονώταν στην πλάτη του.